Αειφορεία, καινοτομία και καπιταλισμός.


Όταν ξεκίνησα να κλωθογυρίζω αυτό το άρθρο στο μυαλό μου, τέλη της περασμένης άνοιξης, ο κόσμος ήταν πολύ διαφορετικός. Οι αλλαγές έκτοτε είναι τέτοιες ώστε να μην είμαι πια σίγουρος για το συμπέρασμα στο οποίο θέλω να οδηγήσω αυτό το ποστ (κάτι που μάλλον είναι η νόρμα για το RT, όπου έχουμε αναγάγει την ισαπόσταση και το “ναι μεν, αλλά” σε modus vivendi).

Πριν περάσω στο δια ταύτα, να διευκρινίσω ότι με τη λέξη “αειφορεία” προσπαθώ να περιγράψω μια (μάλλον θολή) κατάσταση κατά την οποία είναι δυνατό να διατηρηθεί επί μακρόν σε σχεδόν σταθερά επίπεδα η ποιότητα ζωής του ανεπτυγμένου κόσμου χωρίς να υποθηκευτεί ο πλανήτης ή να παραμείνουν στην ουσιαστική δουλεία τεράστια κομμάτια της ανθρωπότητας. Προτίμησα αυτή τη φυγόπονη λέξη γιατί, παρά τις προσπάθειες πονηρών πολιτικών και αδαών οικονομολόγων να σας πείσουν για το αντίθετο, αειφόρος ανάπτυξη (με την έννοια της οικονομικής μεγέθυνσης) είναι αδύνατο να υπάρξει σε αυτό το σύμπαν. Αν επιμένετε όμως, μια καλή προσέγγισή της είναι η αποικιοκρατία με συνεπίκουρο τον ιμπεριαλισμό και πρόσφατο τσιράκι το παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο.

Το ερώτημα, λοιπόν, στο οποίο νόμιζα ότι είχα δώσει απάντηση, ήταν πώς να φτάσουμε ταχύτερα ή αποτελεσματικότερα στην αειφορεία. Δεδομένου ότι η εξόντωση σημαντικού ποσοστού του παγκόσμιου πληθυσμού δεν είναι ηθικά ή πολιτικά αποδεκτή λύση, κάπως πρέπει να αντιμετωπιστεί η ανάγκη για συνεχώς αυξανόμενη παραγωγή ενέργειας ώστε και το βιοτικό επίπεδο των φτωχών όπου γης να ανέβει αλλά και εκείνο των προνομιούχων χωρών να κρατηθεί σε κάποια “αποδεκτά” επίπεδα. Μια λογική προσέγγιση της λύσης είναι η αύξηση της αποδοτικότητας της ενέργειας, ώστε τα ίδια αγαθά να παράγονται με λιγότερη ενέργεια. Είναι όμως μάλλον αδύνατο να βασιστούμε αποκλειστικά σ’αυτή τη λύση καθώς οι ενεργειακές ανάγκες του παγκόσμιου πληθυσμού είναι πολύ μεγαλύτερες από το κέρδος που θα αποκομίσουμε σπαταλώντας λιγότερη ενέργεια..

Για να αυξηθεί η διαθέσιμη ενέργεια ώστε και να επιτευχθεί μια πιο ισομερής ανάπτυξη αλλά και να αποφευχθεί η οικολογική και οικονομική καταστροφή που θα φέρει το Business-As-Usual (BAU), πρέπει να στραφούμε επιτακτικά στην παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Το πρόβλημα είναι ότι η ενέργεια από τις ανανέωσιμες πηγές είναι ακριβή. Γι’αυτό ευθύνονται και κατεστημένες πολιτικές που ευνοούν τους υδρογονάνθρακες κυρίως με την εξωτερίκευση του οικολογικού κόστους αλλά και συστημικοί παράγοντες όπως η απουσία οικονομιών κλίμακας.

Ακόμη όμως και δωρεάν να ήταν η ενέργεια από αυτές τις πηγές, αυτό δε θα την καθιστούσε αυτόματα λύση καθώς παράγεται ασυνεχώς (π.χ. σημαντική ηλεκτρική ενέργεια από τον ήλιο παράγεται μόνο κατά τη διάρκεια της ημέρας και χωρίς παρουσία νεφώσεων ενώ ο άνεμος πνέει με μεγαλύτερη ένταση τη νύχτα). Χρειάζονται δηλαδή και άλλες τεχνολογίες που θα μετασχηματίσουν μια οικονομία βασισμένη στο κάρβουνο και το πετρέλαιο σε μια που να στηρίζεται στον ήλιο, τον άνεμο, τη θερμότητα του φλοιού της γης, κλπ.

Για να ξεπεραστούν αυτά τα εμπόδια — που όλα μπορούν να αναχθούν σε οικονομικό κόστος της ενέργειας — χρειάζονται τεχνολογικές καινοτομίες δύο ειδών: εκείνες που ανήκουν στην ομάδα της “συνεχούς βελτίωσης” και εκείνες που περιγράφονται ως ριζοσπαστικές (disruptive, όπως είναι ο όρος του συρμού). Οι πρώτες διαμορφώνονται ευκολότερα σε περιβάλλοντα ώριμης και μαζικής παραγωγής. Σε ένα βαθμό αποτελούν ίδιο γνώρισμα ενός αποδοτικού συστήματος παραγωγής που μπορεί και τελειοποιείται με τη διάχυση βελτιώσεων που συμβαίνουν στην ίδια την επιχείρηση αλλά και στις ανταγωνιστικές της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η βιομηχανία των ημιαγωγών και — πολύ περισσότερο — η αυτοκινητοβιομηχανία. Η συνεχής ανάδυση και εφαρμογή τέτοιων καινοτομιών είναι αναγκαία για να μειωθεί το κόστος της παραγωγής π.χ. των φωτοβολταϊκών και ταυτόχρονα να αυξηθεί η απόδοσή τους.

Οι ριζοσπαστικές καινοτομίες είναι εκείνες που αλλάζουν δραστικά την “καμπύλη εμπειρίας ή μάθησης” είτε αυξάνοντας την κλίση της είτε μετατοπίζοντας την ολόκληρη. Η ισχύς τους είναι τέτοια ώστε με την εφαρμογή τους ανοίγουν νέες αγορές και αναπτύσσονται νέες βιομηχανίες. Το αποτέλεσμά τους πολλές φορές είναι ισοδύναμο με την επιτάχυνση του χρόνου, αν όχι με άλμα στο μέλλον. Στον τομέα των φωτοβολταϊκών τέτοιες καινοτόμες τεχνολογίες υπόσχονται παραγωγή συστυμάτων με μισό κόστος.

Προφανώς, υπάρχει λόγος που οι ριζοσπαστικές καινοτομίες δε φυτρώνουν σαν τα καλάμια στο βάλτο. Δεν είναι τόσο ότι χρειαζόμαστε νέα φυσική για να περιγράψουμε νέα φαινόμενα — αυτό είναι εξαιρετικά σπάνιο — όσο το ότι χρειαζόμαστε νέες μεθόδους για να παράγουμε μαζικά και φτηνά ένα προϊόν με συγκεκριμένα και σταθερά χαρακτηριστικά. Η εφαρμογή αυτών των μεθόδων σε βιομηχανική κλίμακα παρουσιάζει τεράστιες δυσκολίες σχετικές με την ίδια τη φύση των υλικών και των συστημάτων που αφορούν στα φωτοβολταϊκά. Την επιστήμη την ξέρουμε εδώ και 30 χρόνια, αλλά το χάσμα από την κυψέλη-πρωταθλητή του τετραγωνικού χιλιοστού μέχρι την ετήσια παραγωγή εκατοντάδων χιλιάδων στοιχείων του τετραγωνικού μέτρου είναι δυσθεώρητο και για να καλυφθεί χρειάζεται τεχνολογική ιδιοφυία και πακτωλός κεφαλαίων.

Αυτά τα συστατικά σπανίζουν τις περισσότερες περιοχές του κόσμου, περισσεύουν όμως στη Silicon Valley, όπου σειριακοί επιχειρηματίες, venture capitalists, διορατικοί επιστήμονες και ικανοί μηχανικοί (βοηθούμενοι από εύκολα εντυπωσιαζόμενους δημοσιογράφους) έχτισαν ένα θρύλο που είναι πια μεγαλύτερος κι από τις εταιρείες της Κοιλάδας. Στη ραχοκοκαλιά του θρύλου είναι η πιο θαυμαστή ίσως βιομηχανία της ιστορίας: οι εταιρείες ημιαγωγών επί σαράντα χρόνια σπρώχνουν τα προϊόντα τους πέρα από φυσικά εμπόδια που καμιά άλλη βιομηχανική δραστηριότητα δε χρειάστηκε να αντικρύσει. Στο περιθώριο αναπτύχθηκε μια ολόκληρη οικολογία από επιχειρήσεις που στηρίχτηκαν στην παραγωγή καινοτόμων ιδεών που θα εύρισκαν εφαρμογή είτε στην παραγωγή των ημιαγωγών, είτε στην ενσωμάτωσή τους σε νέα προϊόντα, είτε στη χρήση των προϊόντων αυτών από νέο λογισμικό.

Πολλές φορές τη χρηματοδότηση αυτών των προσπαθειών αναλάμβαναν διαχειριστές κεφαλαίων με μεγάλη ανοχή σε επιχειρηματικό ρίσκο (venture capitalists). Κάνοντας μια διασπορά των επενδύσεών τους κατάφερναν να αποκομίζουν ενίοτε αστρονομικές επιστροφές από το μικρό ποσοστό των εταιρειών που θα έφτανε σε Δημόσια Εγγραφή ή πλουσιοπάροχη εξαγορά από κάποια μεγάλη εταιρεία του χώρου. Η απληστία για δόξα και χρήμα έτρεφαν (και τρέφουν) αυτόν τον κύκλο που λειτουργεί κάπως σαν φυσική επιλογή: από τις χιλιάδες ιδέες, λίγες δεκάδες θα καταφέρουν να χρηματοδοτηθούν, και μετρημένες στα δάχτυλα θα φτάσουν το στάδιο που θα αποφέρουν σε ιδρυτές και χρηματοδότες τους καρπούς που ονειρεύτηκαν. Ο ανταγωνισμός με τις άλλες ιδέες — και αργότερα με τις άλλες επιχειρήσεις — θα αφαιρέσει από το γονιδίωμα τους λιγότερο τυχερούς, τους λιγότερο εργατικούς, τους λιγότερο επίμονους, τους λιγότερο δικτυωμένους και, στο τέλος, εκείνους που δεν έπρεπε ποτέ να είχαν πάρει λεφτά.

Πριν από λίγα χρόνια αυτή η θαυμαστή καπιταλιστική μηχανή που βαφτίζει την καινοτομία στο καμίνι του ανταγωνισμού και την ανυψώνει έτοιμη να αλλάξει άρδην την αγορά, αν όχι τον κόσμο όλο (όπως ενδόμυχα πιστεύουν οι περισσότεροι ιδρυτές στην Κοιλάδα), έστρεψε την προσοχή της στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Βέβαια, το κεφάλαιο, ακόμη και αυτό του υψηλού ρίσκου, δεν είχε ιδέα για τις δυνατότητες όλων αυτών των εξωτικών υλικών πίσω από φωτοβολταϊκά, βιοκαύσιμα, κλπ. Το έναυσμα στις αγέλες των VCs για να ξετρυπώσουν κάθε cleantech startup δόθηκε από τις προσπάθειες των κυβερνήσεων να προωθήσουν τις νέες μορφές ενέργειας — για μια πληθώρα λόγων από τους πιο αγνούς μέχρι τους πιο ιδιοτελείς και ατυχείς — με την παροχή επιδοτήσεων και άλλων επενδυτικών κινήτρων.

Αυτός ο κύκλος δεν ξεκίνησε φυσικά πρώτη φορά το 2006. Εδώ και δεκαετίες το συγκεκριμένο κεφάλαιο οσμίζεται σε ποιον τομέα οι δημόσιες επενδύσεις θα δημιουργήσουν ευκαιρίες που θα μπορέσουν να μετατραπούν σε χρυσοφόρα κοιτάσματα με τη χρηματοδότηση των κατάλληλων εταιριών. Τα μεγάλα αμυντικά κονδύλια στη διάρκεια του ψυχρού πολέμου ουσιαστικά γέννησαν τη Silicon Valley ενώ η προσφορά του Internet στην ιδιωτική σφαίρα το 1996 γέννησε το dot-com boom.

Παρόλα αυτά είναι ένα μοντέλο που φαίνεται να δουλεύει καλύτερα από κάθε άλλο. Μάλιστα για αρκετό καιρό φαινόταν ότι το μοντέλο είχε πιάσει όλον τον υπόλοιπο κόσμο στον ύπνο: Τη διορατική και εμπνευσμένη κίνηση της Γερμανικής κυβέρνησης να επιδοτήσει πλούσια την παραγωγή ηλεκτρισμού από φωτοβολταϊκά την ακολούθησε μια αναπόφευκτη στρέβλωση στο κομμάτι της προσφοράς. Οι υπάρχουσες εγκαταστάσεις παραγωγής πρώτων υλών και φωτοβολταϊκών σε όλον τον κόσμο δεν αρκούσαν για να ικανοποιήσουν τη ζήτηση που εμφανίστηκε στη Γερμανία. Οι ασφαλείς αποδόσεις από τις πλουσιοπάροχες επιδοτήσεις ήταν όμως και ο μόνος τρόπος να κινητοποιηθούν οι απαραίτητες μεγάλες επενδύσεις στην υποδομή της παραγωγής πρώτων υλών και συστημάτων. Χάρη σ’αυτές τις επενδύσεις μπόρεσε η παγκόσμια παραγωγή να φτάσει συντομότερα σε τέτοια επίπεδα όγκου και τιμών που να κάνουν οικονομική την παραγωγή ηλεκτρισμού από τον ήλιο.

Για 3 χρόνια όμως, ώσπου να καρποφορήσουν οι επενδύσεις στον τομέα της προσφοράς, οι τιμές των φωτοβολταϊκών έμειναν στα ίδια επίπεδα εξασφαλίζοντας έτσι αδρά περιθώρια κέρδους στους κατασκευαστές πυριτίου, κυψελών, και panels. Και ενώ στον υπόλοιπο κόσμο προσπαθούσαν όλοι να κατασκευάσουν εργοστάσια κλασικής τεχνολογίας, στην Κοιλάδα ξοδεύτηκαν δισεκατομμύρια δολάρια για να χρηματοδοτήσουν μεθόδους παραγωγής από νέα υλικά που θα μπορούσαν να σχηματίσουν φωτοβολταϊκά με ένα κλάσμα του κόστους της τεχνολογίας κρυσταλλικού πυριτίου.

Από τις δεκάδες εταιρείες που προσπαθούν να εκβιομηχανίσουν την παραγωγή φωτοβολταϊκών λεπτών υμενίων, η συντριπτική πλειοψηφία βρίσκεται στην Κοιλάδα. Σήμερα όμως, με την υπερεπένδυση σε εργοστάσια παραγωγής πυριτίου και φωτοβολταϊκών κρυσταλλικού πυριτίου να έχει υπερκεράσει κατά πολύ την παγκόσμια ζήτηση (η κλασική διαφορά φάσης που διέπει αιώνες τώρα την καπιταλιστική παραγωγή), οι πιθανές αποτιμήσεις των περιφανών solar startups της Κοιλάδας είναι πολύ μικρότερες απ’όσο μπορούσαν να δικαιολογήσουν οι υπέρογκες επενδύσεις των VCs στις ανατρεπτικές τεχνολογίες που είδαμε την περασμένη τριετία.

Καθώς μάλιστα οι περισσότερες από τις αναδυόμενες εταιρείες, παρά τις εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια και το παρελκόμενο hype, δεν έχουν καταφέρει να φτάσουν ακόμη στο στάδιο της μαζικής παραγωγής, κινδυνεύουμε να δούμε σε επανάληψη την τραγικωμωδία των τελών της δεκαετίας του ’90 πριν καν κλείσουν 10 χρόνια από το κραχ του 2000. Η παγκόσμια οικονομική κρίση που φαίνεται ότι θα κρατήσει τη ζήτηση σε μέτρια επίπεδα τα επόμενα 2-3 χρόνια είναι άλλη μια φουρτούνα που απειλεί να πνίξει την παρολίγο Solar Valley σε ένα κύμα χρεωκοπιών και απολύσεων (ώστε να αποτελειώσει ό,τι θα μείνει από το φετινό τσουνάμι στους ημιαγωγούς).

Αν και ο 101 και οι παράδρομοι της Santa Clara και του Sunnyvale στρώνονται με σπασμένα όνειρα εδώ και δεκαετίες, από την παρούσα εξέλιξη ξεπηδάν σχεδόν κάποιες ερωτήσεις: τι σημαίνει όταν στην προσπάθεια να βρεθεί ο ταχύτερος και αποτελεσματικότερος δρόμος προς την αειφορεία σπαταλάται τόσο κεφάλαιο και τόσος ανθρώπινος μόχθος; Είναι πράγματι αυτή η σωστή μέθοδος να βρούμε με ποιον τρόπο θα νικήσουμε τη φύση στο εργοστάσιο ώστε να μην την καταστρέψουμε στο ευρύτερο περιβάλλον;

Είναι η κουλτούρα της Κοιλάδας συμβατή με την πιο αποδοτική διαδικασία για να αναπτυχθούν οι καινοτομίες που θα μας φέρουν ένα βήμα πιο κοντά στην αειφορεία; Και για όσους θέλουν να κατέβουν ένα σκαλί παρακάτω: είναι το μοντέλο του venture capital συμβατό με εγχειρήματα που απαιτούν επιστήμη, τεχνολογία και μεθόδους παραγωγής “για μεγάλους” ή δουλεύει μόνο για college dropouts σε ένα δωμάτιο με laptop, πίτσα και όνειρα για web n.0, social networking και λοιπό fluff;

Εν τέλει, είναι ο καπιταλισμός συμβατός με την αειφορεία; Είναι δυνατόν το σύστημα που στηρίζεται στην αειφόρο κατανάλωση να μας φανερώσει το δρόμο στην συγ-κοινωνία με το περιβάλλον; Πριν από μερικούς μήνες πίστευα — ίσως από ρομαντισμό, ίσως επειδή σ’αυτό σύστημα ανδρώθηκα επαγγελματικά — ότι το παράδειγμα της Silicon Valley είχε το κλειδί για την καταφατική απάντηση. Αυτές τις μέρες δεν είμαι και τόσο σίγουρος.



10 σχόλια


1
Από: ares

Εν τέλει, είναι ο καπιταλισμός συμβατός με την αειφορεία; Είναι δυνατόν το σύστημα που στηρίζεται στην αειφόρο κατανάλωση να μας φανερώσει το δρόμο στην συγ-κοινωνία με το περιβάλλον;

Fantastikh erwthsh. Poly synoptika kai en8aryntika, nai einai. Just type EU ETS kai meta CDM in wiki, kai 8a deis ti eidous mechanisms prokaloun incentives in the renewable energy industry ka8ws kai ti mporei na apotelesei sustainable development gia ton planhth.

18 March, 2009 στις 1:53 pm
2
Από: buzz

Αειφορεία, καινοτομία και καπιταλισμός (The Reality Tape)…

Κρίσιμα ερωτήματα και πολύ insight….

18 March, 2009 στις 10:53 pm
3
Από: maikwl

Όμορφο και περιεκτικό ποστ! Ένα μικρό σχόλιο για αρχή. Ίσως μπορείς να πας και ένα βήμα παραπέρα στο ερώτημά σου… είναι ο καπιταλισμός ένα σύστημα συμβατό με την επιβίωσή του ανθρώπινου είδους (as we know it) σε αυτό τον πλανήτη; Πρόσφατα διάβασα για το θέμα της άμεσης ανάγκης Nobel-caliber καινοτομίας για την αποφυγή καταστροφικής κλιματικής αλλαγής (http://www.newsweek.com/id/189293). Θα καταφέρουμε την σωστή διακυβέρνηση του πλανήτη ως σύστημα σύντομα και πως θα μεταφραστεί αυτό σε όρους πολιτικών συστημάτων; Ή θα προλάβουμε να φτάσουμε στο στάδιο του transhumanism – με τις φοβερές επιπτώσεις σε επίπεδο rationality και innovation – πριν είναι πολύ αργά; (http://www.nickbostrom.com/papers/future.pdf) Είναι πραγματικά τρομακτικό το ενδεχόμενο πως όχι αλλά αρχίζω σιγά σιγά να δίνω μεγαλύτερες πιθανότητες σε doomsday σενάρια.

19 March, 2009 στις 12:05 am
4
Από: Tassos

Τέτοιο ανοικονόμητο κείμενο, καλό θα ήταν να ήταν και αρκούντως περιεκτικό 🙂

Όταν είδα το ερώτημά σου θυμήθηκα το One With Nineveh των Ehrlich (κάπου τα ξανάπαμε αυτά, όχι;) το οποίο δεν κατάφερα να τελειώσω. Να πω την αλήθεια στο μόνο ερώτημα που έχω πραγματικά αφιερώσει χρόνο προς απάντηση είναι το αν ο καπιταλισμός είναι συμβατός με τη δημοκρατία — δεν είναι.

Στα γρήγορα, ο υπαρκτός καπιταλισμός δεν είναι σύστημα συμβατό με τη διαιώνιση της παρούσας κατάστασης στο συγκεκριμένο πλανήτη. Εδώ παρουσιάζει προβλήματα συμβατότητας με την επιβίωση του σημερινού μοντέλου ανάπτυξης για πάνω από 40-60 χρόνια (εξαρτάται αν αρχίζεις να μετράς από το τέλος του ΒΠΠ ή από το Breton Woods).

Το πρόβλημα δε νομίζω ότι είναι πολύ διαφορετικό από το tragedy of the commons — απ’ο,τι καταλάβαμε πως έγινε τα τελευταία 10 χρόνια, όταν δίνεις στο είδος μας χοντρές ευκαιρίες για άμεσο υλικό όφελος, αυτό δε θα χολοσκάσει για το μακροπρόθεσμο ρίσκο: no-money-down housing, extreme credit card debt, MBS/CDS/etc. It’s easy to make the wrong long-term decisions when the short-term gain is just around the corner.

Πολύ ενδιαφέρον το paper που δίνεις.

Ειρήσθω εν παρόδω, η τυφλή πίστη στην τεχνολογία ως ύστατο σωτήρα της ανθρωπότητας είναι η καραμέλα αυτών που αμφισβητούν την επιστημονική βάση του anthropogenic global warming — only in America…

19 March, 2009 στις 2:20 am
5
Από: aristos

Το VC ποτέ δεν ήταν ένας αυτοδύναμος μηχανισμός παραγωγής λύσεων. Προστέθηκε πριν σαράντα χρόνια σε ένα οικοσύστημα που ήδη περιλάμβανε:
*τα ερευνητικά πανεπιστήμια, που παρέχουν βασική έρευνα και ανθρώπους
*τις μεγάλες εταιρίες, που αναπτύσσουν τα incremental improvements, και συχνά αγοράζουν και αξιοποιούν τις καινοτομίες των VC funded ventures
*τη ζήτηση που προέρχεται από δημόσια προγράμματα (άλλοτε στρατιωτικά, στη Γερμανία ενεργειακά, κτλ)
Αν, λοιπόν, διατηρήσουμε ζωντανούς και τους τέσσερις αυτούς πυλώνες, έχουμε καλές πιθανότητες να πετύχουμε. Αν λείψει κάποιος, θα είναι πιο δύσκολο. Επειδή δε το κλίμα είναι “δημόσιο αγαθό”, θα πρέπει να είναι ισχυροί οι οι δυό δημόσιοι πυλώνες (βασική έρευνα, και δημόσια ζήτηση).
Και, btw, το VC δεν ενίσχυσε μόνο lite τεχνολογίες όπως τα διάφορα dotcom, αλλά και βαρειές, όπως τη data general, την Intel, τη Genenetch.

19 March, 2009 στις 2:22 pm
6
Από: nikoxy

Καίριος και οξύς, όπως πάντα, Τάσο!
Ερεθιστικό δοκίμιο.

19 March, 2009 στις 4:22 pm
7
Από: tassos

@ aristo, συνφωνώ με όλα όσα αναφέρεις. Η σκωπτική αναφορά μου στο VC προς το τέλος του άρθρου αναφέρεται στην πρόσφατη μανία των VC’s να χρηματοδοτήσουν high volume manufacturing of commodity products based on unproven processes.

Όταν ιδρυόταν η Intel η παραγωγή ολοκληρωμένων κυκλωμάτων ήδη υπήρχε. Επιπλέον, δεν ξέρω αν το VC fund που χρηματοδότησε την ίδρυση της Intel έδωσε χρήματα για να στηθεί και το πρώτο της fab.

Δεν υπάρχει τίποτε επιλήψιμο στο να επενδυθούν venture funds σε ένα solar startup. Απλά η ιδιοσυγκρασία αυτού του κεφαλαίου είναι κατά τη γνώμη μου αταίριαστη με το εγχείρημα της μαζικής παραγωγής ενός είδους που οφείλει να είναι commodity (αν θέλουμε ποτέ να δούμε τα φωτοβολταϊκά να αποτελούν σοβαρό ποσοστό της παραγωγής ενέργειας).

@maikwl, σχετικά με τις nobel-caliber καινοτομίες: αν είναι έτσι, μάλλον την έχουμε βαμμένη. Συνήθως περνούν πολλά χρόνια μέχρι να ξέρουμε ότι όντως ανακαλύψαμε π.χ. νέα φυσική. Και μετά δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι αυτές οι ανακαλύψεις θα μπορέσουν να βιομηχανοποιηθούν με ικανοποιητικό κόστος στον επιθυμητό χρόνο.

Τώρα αν οι nobel-caliber καινοτομίες αναφέρονται περίπου αποκλειστικά στην βιομηχανοποίηση μεγάλης κλίμακας, ίσως υπάρχει ελπίδα. Πάντως τα μεγέθη που αναφέρει η Begley είναι mind-boggling.

22 March, 2009 στις 2:35 am
8
Από: Β.Β.

“Να πω την αλήθεια στο μόνο ερώτημα που έχω πραγματικά αφιερώσει χρόνο προς απάντηση είναι το αν ο καπιταλισμός είναι συμβατός με τη δημοκρατία — δεν είναι.”

Kαι κάπου εδώ εγκαταλείπουμε την πραγματικότητα 🙂
Το άρθρο πάντως πολυ καλό — ευτυχώς που μας κράτησες το κλου για τα σχόλια.

25 March, 2009 στις 5:29 pm
9
Από: tassos

Δεν μπορώ να διαμαρτυρηθώ πολύ για το σκωπτικό σχόλιο φίλε Β.Β. καθότι η απάντησή μου στον maikwl το προκαλούσε 🙂

Να το κάνω qualify λοιπόν: εννοώ την ασυμβατότητα σε θεμελιώδες επίπεδο, όπου από τη μια έχουμε one man-one vote και από την άλλη “one share/dollar”-one “vote”. Αυτό δεν εμποδίζει τις αστικές δημοκρατίες να πορεύονται, που σημαίνει ότι στην “πραγματικότητα” υπάρχει χώρος και για τα δυο με τους απαραίτητους συμβιβασμούς. Το ζήτημα είναι που θέλουμε να δεχτούμε τους περισσότερους: στη δημοκρατία ή στον καπιταλισμό.

25 March, 2009 στις 5:56 pm
10

[…] the you-heard-it-here-first […]

25 October, 2009 στις 2:45 am

Σχολιάστε