The Analog Pastoral: Jaron Lanier

Πριν λίγες ημέρες κουβεντιάζαμε εδώ το προβοκατόρικο editorial του Jaron Lanier, στο δεύτερο τεύχος του Cato Unbound. Για όσους δεν τον γνωρίζουν, ο Jaron είναι ένας απολαυστικός ντιλετάντης: computer scientist (εφευρέτης του – κενού νοήματος πλέον – όρου Virtual Reality), μουσικοσυνθέτης και all-around public intellectual – ένας από τους 100 κορυφαίους του 2005, όπως απεφάνθησαν οι αναγνώστες του Foreign Policy και του Prospect στα σχετικά καλλιστεία πνεύματος.
Αξίζει να διαβάσετε σύντομα το άρθρο του πριν προχωρήσετε, αλλά in a nutshell, ο Lanier δε χωνεύει το σημερινό τοπίο της πληροφορικής: τα λειτουργικά μας συστήματα (ειδικά το μοντέλο του Unix, εναντίον του οποίου αγόρευε στα αμερικανικά κολλέγια στα τέλη της δεκαετίας του 70), τα filesystems, τα user interfaces, ολόκληρη τη σχέση ανθρώπου-υπολογιστή όπως έχει διαμορφωθεί τα τελευταία σαράντα χρόνια.** Θεωρεί ότι οι χρήστες είμαστε παγιδευμένοι σε έναν φτωχό συμβιβασμό, από τον οποίο δε θα μπορέσουμε να ξεφύγουμε όσο οι πνευματικοί και οικονομικοί ηγέτες του computing παραμένουν “μεθυσμένοι με το δικό τους ουίσκι.”
Ο Lanier βρέθηκε στο Στάνφορντ προχτές για μια ομιλία, στην οποία πήγα γεμάτος απορίες, κι από την οποία έφυγα με ακόμα περισσότερες. Είναι ενδιαφέρων ομιλητής, διατηρεί έναν εφηβικό ενθουσιασμό αλλά έχει κι αυτή την εκνευριστική συνήθεια να πυροβολεί το κοινό του με μισοψημένες σκέψεις. Η ομιλία, μπροστά σε αναπάντεχα μικρό κοινό, ήταν στην ουσία μια επανάληψη του αμφιλεγόμενου πρώτου μισού του κειμένου στο CU, με λίγες περισσότερες πληροφορίες (π.χ. ότι το original MacOS, όπως το είχε σχεδιάσει ο συγχωρεμένος ο Jef Raskin δε χρησιμοποιούσε το οργανωτικό concept του αρχείου!)
Επέμεινε στην ιδέα του brittle software (“it breaks before it bends”), η οποία έχει κάποια αξία, αλλά θέλει ακόμα πολλή δουλειά – και λίγη μετριοφροσύνη. Ενώ απέφυγε τη μάλλον ανόητη αναλογία κώδικα μηχανής – γενετικού κώδικα* με την οποία είχε ξεκινήσει το edito στο CU, την αντικατέστησε τελικά με άλλες, εξίσου άτοπες, όπως την αναλογία με το γραπτό λόγο. Μια αβλεψία στην επιμέλεια, ένα λάθος στη μετάφραση σπάνια θα χαλάσει το νόημα ενός λογοτεχνικού έργου, παρατήρησε. Ένα στραβό bit, όμως, είναι αρκετό για να “κρασάρει” ένα πρόγραμμα. Προσπάθησα να σκεφτώ μια πιο ταιριαστή αναλογία: driving directions. Δεν είναι αυτές οι οδηγίες εξίσου brittle με το software; Μια στροφή στο τρίτο αντί για το τέταρτο στενό, δεν έχει “κρασάρει” το σύστημα;
Υπέθεσα πως ο Lanier θα απαντούσε ότι η ίδια η ιδέα του software ως συστάδα οδηγιών προς εκτέλεση είναι η ρίζα του προβλήματος – κι ότι θα ξεκίναγε ένα προβοκατόρικο riff πάνω στην ανάγκη να γκρεμιστεί το όριο software-hardware. Προς μεγάλη μου έκπληξη, με διαβεβαίωσε ότι αν είχε δώσει σε κάποιο φίλο του λάθος οδηγίες για το σπίτι του, ο φίλος θα έβρισκε τελικά τη λύση (ρωτώντας, κάνοντας υποθέσεις κλπ). Φυσικά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι οδηγίες θα ήταν brittle, γιατί η αποτυχία στη συγκεκριμένη περίπτωση αποφεύγεται χάρη σε μια ιδιότητα του interpreter. Ακόμη κι αν δεχτούμε ότι ο interpreter είναι μέρος του συστήματος, ομολογώ πως με βάση αυτή την απάντηση, δεν καταλαβαίνω σε τί διαφέρει τελικά η πρόταση του Lanier από εκείνο που προωθούσαν με τόση θέρμη οι οπαδοί της τεχνητής νοημοσύνης στα ’70s – σπαταλώντας τρελά ποσά για κάτι που αποδείχτηκε χίμαιρα. Εκείνοι τουλάχιστον είχαν θέσει έναν ξεκάθαρο στόχο.
Ακόμα περισσότερο με προβλημάτισε η καρδιά του επιχειρήματός του: εντοπίζει ένα πρόβλημα (brittleness) και σχολιάζει την μέχρι τώρα αδυναμία του κυρίαρχου Παράδειγματος (ψηφιακός υπολογιστής, Unix-based λειτουργικά) να το αντιμετωπίσει. Τα καταφέρνει σχετικά καλά. Το επόμενο βήμα είναι να μας πείσει ότι το πρόβλημα είναι αδύνατο να λυθεί μέσα από το κυρίαρχο Παράδειγμα. Ότι είναι αναπόφευκτο, δομικό πρόβλημα του Παραδείγματος και των lock-ins που δημιουργεί. Εδώ ζορίζεται. Κάποια από τα παραδείγματά του είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα, όπως οι επιπτώσεις της υιοθέτησης του midi standard στη σύγχρονη μουσική, αλλά είναι παραδείγματα οριακά και στην πλειοψηφία τους μη δομικά (το πρόβλημα με το midi, λόγου χάρη, δεν είναι ότι σχεδιάστηκε για ψηφιακούς υπολογιστές, αλλά ότι σχεδιάστηκε από κιμπορντίστες).
Το τελευταίο βήμα είναι η πρόταση ενός αντι-Παραδείγματος. Κι εκεί είναι που ο Lanier κολλάει τελείως, ευαγγελιζόμενος τελικά ένα μη-Παράδειγμα, κάτι που θα αφήνει τα πάντα ακαθόριστα (άρα, τα πάντα πιθανά). Θα βοηθούσε την υπόθεσή του αν μπορούσε να βρει στην ανθρώπινη ιστορία ένα σημαντικό εργαλείο, έναν σημαντικό θεσμό, μια σημαντική επιστημονική θεωρία που να μη δημιούργησε path dependencies, που να μην έκλεισε λίγο το παράθυρο της πιθανότητας. Η ίδια η βιολογία το κάνει εδώ και εκατομμύρια χρόνια. Η γλώσσα, εδώ και μερικές χιλιάδες. Τι είναι εκείνο που κάνει το Lanier να πιστεύει ότι οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές θα μπορούσαν να το αποφύγουν;
*
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, ο Lanier είχε πάει για μάσες, κάπου βόρεια του Σαν Φρανσίσκο, με τρεις συνταξιδιώτες της μεγάλης τεχνολογικής ουτοπίας που γεννήθηκε στα ’60s και εν πολλοίς μας έδωσε τον προσωπικό υπολογιστή, μερικά χαρακτηριστικά του Ίντερνετ, και το φαινόμενο του ΕΛ/ΛΑΚ. Τα ονόματά τους: Mitch Kapor, John Perry Barlow, John Gillmore. Οι τρεις οραματίζονταν μια τεχνολογία που θα εκδημοκρατίσει, που θα εξασφαλίσει την ελευθερία της αγοράς (των ιδεών και των πραγμάτων), που θα ενδυναμώσει τον πολίτη. Ετοιμάζονταν τότε να ιδρύσουν μια ΜΚΟ με σκοπό την προώθηση αυτών των ιδεών και έψηναν τον Lanier να μπει κι αυτός στο κόλπο. Εκεί διαπιστώθηκε ότι οι ουτοπίες ήταν δύο.
Ο Jaron βρήκε το όραμα των φίλων του πολύ πεζό. Πόση ελευθερία, πόση πολιτική ισχύ μπορείς να αποκτήσεις σαν πολίτης, μέχρι να τελειώσει το παιχνίδι; Το κυνήγι μιας νέας πολιτικής συλλογικότητας, βασισμένης σ’ έναν ριζοσπαστικό ατομισμό, ήταν παιχνίδι πεπερασμένο. Επηρεασμένος από το βιβλίο του James P. Carse, Finite and Infinte Games, έψαχνε για μια άλλη ουτοπία: μια αισθητική ουτοπία, ένα σύστημα μετασυμβολικής επικοινωνίας, συνεχούς διεύρυνσης της φαντασίας. Αφετηρία εδώ δε θα ήταν ο Γουτεμβέργιος, αλλά κάποιος σαν τον Albert Hoffmann. Ο Lanier έψαχνε για ένα παιχνίδι δίχως τέλος. Το EFF δεν ήταν τέτοιο.
Ο εκκεντρικός ντιλετάντης από το Μπέρκλεϊ μοιάζει να κυνηγάει ακόμα το ίδιο φευγαλέο παιχνίδι. Σαν τους ήρωές του, τον Ted Nelson και τον Doug Engelbart, ρεμιξάρει συνεχώς αυτό το ενδιαφέρον μίγμα γκρίνιας και ενθουσιασμού, ελπίζοντας ότι κάποιος ταλαντούχος πιτσιρικάς θα καταφέρει να καταλάβει τι διάολο εννοεί ο μεθυσμένος προφήτης. Αν ο Lanier έχει την τύχη του Engelbart, εγώ θα έχω καμιά εικοσαριά χρόνια για να μάθω πώς τρώνε πληκτρολόγια – datagloves, έστω.
* Όταν τον ρώτησα στο τέλος, αρνήθηκε να τη συζητήσει, γιατί, λέει, το κείμενό του στο Cato Unbound πετσοκόφτηκε τόσο άσχημα που δεν καταδέχεται να το υπερασπιστεί – έριξε και μια καλή σπόντα για τους “θιασώτες της ελευθερίας του λόγου” στο Cato Institute.
** Από την εποχή ουσιαστικά που οι ανάγκες του Ψυχρού Πολέμου υπαγόρευσαν την επιλογή του ψηφιακού υπολογιστή έναντι του αναλογικού.
—Yorgos
3 σχόλια
“Όταν τον ρώτησα στο τέλος, αρνήθηκε να τη συζητήσει, γιατί, λέει, το κείμενό του στο Cato Unbound πετσοκόφτηκε τόσο άσχημα…”
Σοβαρά ε? Από όλα τα μεγάλα “libertarian” think tanks πάντα κοίταζα με μισό μάτι το CATO γιατί παραήταν φιλορεπουμπλικάνικο για τα γούστα μου.
Με αφορμή τον πόλεμο του Ιρακ -που πολλοί libertarians καταδίκασαν με πρώτο από όλους το Mises Institute (www.mises.org) που διατηρεί άλλωστε και το http://www.antiwar.com- είχαν φτάσει πολλά στα αυτιά μου για διάφορα αντιφιλελεύθερα biases και πρακτικές του CATO. Το ινστιτούτο συνεχίζει να βγάζει ενδιαφέροντα άρθρα, απόψεις και πάνω από όλα συζητήσεις αλλά πάντα κρατάω μία πισινή για το τι είναι -και κυρίως τι δεν είναι- διατεθειμένο να βγάλει προς τα έξω.
Νομίζω πως έχει/είχε κάθε ευκαιρία να δηλώσει πως το κείμενο του πετσοκόφτηκε οπότε την βρίσκω λίγο “φτηνή” ως δικαιολογία… μπορεί να υπάρχει κάποιος έντιτορ που να μπορεί να κοιτάξει την πρώτη πρόταση του κειμένου του Jaron για πολύ ώρα χωρίς να τον/την πιάσει πονοκέφαλος;
Σωστά, αν η λύση στο πρόβλημα του brittle software που προτείνει δεν είναι το ΑΙ, τότε τι είναι; The Singularity;
Τελικά μπορεί κανείς να εφαρμόσει τον νόμο των επιταγχυνόμενων αποδόσεων στο ΑΙ; To 2040 είναι κοντά (εκτός αν ο Kurzweil αποφασίσει και για άλλο update στις προβλέψεις του).
Δε νομίζω πως κάποιος τεχνικά καταρτισμένος μεν αλλά αρκετά ευφυής/οραματικός δε θα συμφωνήσει πως όντως είμαστε παγιδευμένοι σε ένα προ πολλού ξεπερασμένο προτύπο επαφής μεταξύ χρήστη και υπολογιστή. Σε αυτό συμφωνώ με τον Lanier, όχι γιατί δεν νιώθω άνετα με αυτό (αντιθέτως), αλλά επειδή πιστευώ πως με τη διαθέσιμη τεχνολογία θα μπορούσαμε να έχουμε κάτι πολύ καλύτερο.
Θαρρώ πως ο Lanier, επιτηδευμένα ή όχι, συγχέει δυο διαμετρικά διαφορετικά ζητήματα σε ένα, το καθαρά πρακτικό και το φιλοσοφικό, ίσως για να εκμεταλλευθεί την εγκυρότητα του, απλούστερου πρακτικού προς ανύψωση και δικαιολόγηση του φιλοσοφικού. Το λογικό σφάλμα που διακρίνω είναι η τάση να μπερδεύουμε το τι καλύτερο θα μπορούσαμε να έχουμε σήμερα, με το τι, πιθανόν, θα μπορούμε να έχουμε αύριο. Στη προσπάθεια του να δικαιολογηθεί πιστευώ πως ο Lanier το πράττει, και μη βασίζοντας τα λεγόμενα του σε συγκεκριμένες ιδέες, αλλά σε γενικότητες, ίσως και ο ίδιος να μην είναι ξεκάθαρος σχετικά με το τι ζητά ή τι θα ήθελε να υπάρχει σήμερα.
Σήμερα λοιπόν θα μπορούσαμε να έχουμε σαφώς ένα καλύτερο πρότυπο χρήσης. Οι μεγάλοι οικονομικοί παράγοντες στον βιομηχανικό τομεά είναι όντως ‘μεθυσμένοι’ με το δικό τους ουίσκι’, τρανό παράδειγμα η ηγετίδα, Microsoft. Εκεί προσωπικά πιστεύω πως θα μπορούσε να έχει το ρόλο του καταλύτη το ΕΛ/ΛΑΚ αν δε χαρακτηριζόταν από τεχνική και ‘δημοκρατική’ ανωριμότητα στον σχεδιασμό, παντελή έλλειψη σχεδίου και, ακόμη και σήμερα, έλλειψη σωστής δόμησης του πηγαίου κώδικα προς διευκόλυνση επαναχρήσης αυτού. Σίγουρα τα πρότυπα του UNIX είναι εν πολλοίς ξεπερασμένα αλλά αυτό δε σημαίνει πως χρειαζόμαστε αλλαγή Παραδείγματος για να εξαλείψουμε σημερινά προβλήματα, όπως π.χ. το brittleness.
Δε θα αναφερθώ στο θέμα του αντι-Παραδείγματος, ούτε στα παραδείγματα που αναφέρεις, Γιώργο, όπως π.χ. το Midi, καθώς πιστεύω πως είναι απλώς φλυαρία από πλευράς Lanier και όχι κάτι λογικά καθαρό όπως και εσύ ο ίδιος αναφέρεις.
Τέλος πιστεύω πως τα επόμενα 20-30 χρόνια σίγουρα θα είναι ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, καθώς στους επιμέρους τομείς που επηρεάζουν την εξέλιξη και καθυστερούν τη μεταπήδηση της πληροφορικής σε ενα νεο Παράδειγμα θα διατηρηθέι ο νόμος των επιταγχυνόμενων αποδόσεων: στη ταχύτητα επεξερασίας, στη χωρητικότητα δεδομένων. Το αν, και πότε, παρα ταύτα, θα καταφέρουμε να ξεπεράσουμε τα όρια του σημερινού Παραδείγματος, θεωρώ πως έιναι άγνωστο και εξαρτάται από το πόσο γρήγορα θα μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στην εξέλιξη της τεχνολογίας με καλύτερη κατανόηση και υλοποίηση των χαρακτηριστικών και απαιτήσεων που θα μας επιτρέψουν στο πολυπόθητο Πραγματικό ΑΙ. Το 2040 είναι όντως κοντά, αν και πιστευώ πως δεν έχει σχέση με το brittleness του λογισμικου σήμερα.